διασχιζομένη

διασχιζομένη
διασχίζω
cleave asunder
pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)
διασχίζω
cleave asunder
pres part mp fem nom/voc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Μπριζ — (γαλλ. Bruges, φλαμανδ. Brugge). Πόλη (116.836 κάτ.), του βορειοδυτικού Βελγίου, 90 χλμ. ΒΔ των Βρυξελλών. Πρωτεύουσα της επαρχίας της Δυτικής Φλάνδρας (2.982 τ. χλμ.), απέχει περίπου 15 χλμ. από τη Βόρεια θάλασσα, με την οποία (κατά τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”